Μου πήρε πάρα πολύ καιρό να αποφασίσω να γράψω αυτό το άρθρο. Ο βασικότερος λόγος ήταν γιατί δεν ήξερα πώς να περιγράψω τα συναισθήματα μου για την επίσκεψη στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Auschwitz-Birkenau χωρίς να φανούν κοινότοπα και παρωχημένα. Η αλήθεια όμως είναι ότι δεν έβρισκα και τις κατάλληλες λέξεις για να το κάνω.
Όπως όμως σας είχαμε υποσχεθεί στο άρθρο μας για την Βαρσοβία-Κρακοβία, θέλαμε να περιγράψουμε ξεχωριστά τις ημερήσιες επισκέψεις που κάναμε, μια μέρα στο Auschwitz-Birkenau και την επόμενη στο αλατωρυχείο Βιελίτσκα. Δύο εξορμήσεις που η καθεμιά προκάλεσε τόσο διαφορετικά και παράλληλα τόσο έντονα συναισθήματα που ειλικρινά αν βρεθείτε στην Κρακοβία, θα ήταν κρίμα να μην τις ζήσετε ακόμα και αν δεν το έχετε στο πρόγραμμα σας. Σε διάφορα σημεία στην παλιά πόλη της Κρακοβίας έχει τουριστικά γραφεία που διοργανώνουν τις εκδρομές αυτές, οπότε μπορείτε να τις κλείσετε από εκεί. Σε άλλη περίπτωση από το ίντερνετ. Σήμερα θα αναφερθούμε μόνο στην επίσκεψή μας στα στρατόπεδα συγκέντρωσης γιατί είναι αρκετά δύσκολο να συνδυάσεις τόσο αντικρουόμενα συναισθήματα σ’ ένα μόνο άρθρο.
Γύρω στα 60 χμ. δυτικά της Κρακοβίας, κοντά στην κωμόπολη Όσβιετσιμ (Auschwitz), τον Ιούνιο του 1940 και στα πλαίσια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, η Ναζιστική Γερμανία δημιούργησε αρχικά το στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς I και το 1942 ολοκληρώθηκε και το στρατόπεδο συγκέντρωσης που ονομάστηκε Άουσβιτς II Μπίρκεναου και βρισκόταν ακριβώς απέναντι. Μέσα σε αυτά τα στρατόπεδα περίπου 1.100.000 άνθρωποι δολοφονήθηκαν.
960.000 Eβραίοι
74.000 Πολωνοί
21.000 Ρομά
15.000 Σοβιετικοί
πέθαναν γιατί είχαν την ατυχία να γεννηθούν σε μια εποχή που είχε νοσήσει από τον πιο επιθετικό εθνικισμό.
Φυσικά καταλάβαμε ότι φτάσαμε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης όταν είδαμε την
πινακίδα ‘‘ARBEIT MACHT FREI”, και παρόλο που πριν ξεκινήσουμε με το λεωφορείο για τον προορισμό μας είχα προσπαθήσει να προετοιμαστώ ψυχολογικά για τα αισθήματα στεναχώριας, θλίψης, αηδίας και θυμού που πίστευα ότι θα νιώσω, τα πράγματα εξελίχθηκαν λίγο διαφορετικά. Το στρατόπεδο από το 1947 ήδη λειτουργεί ως μουσείο και αυτή την αίσθηση είχα από τη στιγμή που μπήκα μέσα. Αφού πήραμε ακουστικά που θα επεξηγούσαν τι βλέπαμε σε κάθε κτήριο (block) ξεκίνησε η ξενάγηση και παράλληλα η αφήγηση της αλυσίδας των μαρτυρίων. Μια πληροφορία που δεν γνωρίζαμε ήταν ότι πέρα από το ότι εξαπατούσαν τους ανθρώπους αυτούς λέγοντάς τους ότι θα τους πήγαιναν σε μια νέα πατρίδα, όπου θα μπορούσαν να φτιάξουν τη ζωή τους-με το ψέμα αυτό να ποντάρει στο ότι οι άνθρωποι αυτοί θα έπαιρναν μαζί και τα πιο πολύτιμα των αγαθών τους- δολοφονούσαν επιτόπου το 95% όσων έφταναν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης καθώς δεν τους θεωρούσαν αρκετά υγιείς για να εργαστούν. Το παζλ της φρίκης μετά από τις σοκαριστικές αυτές πληροφορίες ήρθε να συμπληρώσει η εικόνα άπειρων παπουτσιών, γυαλιών, μαλλιών, χτενών και βαλιτσών που είχαν συγκεντρώσει σε διάφορα σημεία. Ήταν αληθινά
πράγματα που ανήκαν σε αληθινούς προερχόμενα από την πιο μαύρη σελίδα της ανθρώπινης ιστορίας. Φωτογραφίες από μεγάλο αριθμό φυλακισμένων υπήρχαν στους περισσότερους από τους τοίχους και σε καθεμιά αναγραφόταν το όνομα και η ηλικία του. Στο τέλος του στρατοπέδου του Άουσβιτς και πρωτού περάσουμε απέναντι στο στρατόπεδο Μπίρκενάου, βρίσκονταν τα block όπου οι φυλακισμένοι κοιμόντουσαν, σε “κλειστοφοβικές” χτιστές κουκέτες, κυριολεκτικά ο ένας πάνω στον άλλον. Όσοι λοιπόν “γλίτωναν” από την επιτόπου δολοφονία κατά την άφιξή τους, είχαν να παλέψουν με την ασιτία, τις άθλιες συνθήκες υγιεινής και τις εγκαταστάσεις που προκαλούσαν μόνο ασθένειες, τα βασανιστήρια, τα πειράματα πάνω στο ανθρώπινο σώμα (του περιβόητου Δρ. Γιόζεφ Μένγκελε) και την σκληρή εργασία. Στα πλαίσια της σκληρής εργασίας ήταν και το να χτίσουν οι ίδιοι οι φυλακισμένοι, με τα ίδια τους τα χέρια, το στρατόπεδο Μπιρκενάου, τον ακόμα μεγαλύτερο τάφο που σχεδίασε το πιο ορθολογικό και θεωρητικοποιημένο μίσος. Επειδή οι προσωπικές δολοφονίες και οι δολοφονίες με όπλα έριχναν το ηθικό των ναζιστών στρατιωτών, οι Γερμανοί προσπάθησαν να βρουν άλλους τρόπους για να σκοτώνουν πιο μαζικά. Ξεκίνησαν λοιπόν να χρησιμοποιούν εκρηκτικά και θαλάμους αερίων ώστε να γίνονται μαζικές δολοφονίες. Τις μεθόδους αυτές σταδιακά τις εξέλιξαν και τα αποτελέσματα ήταν θεαματικά. Αντιμετώπισαν όμως στην πορεία πρόβλημα με το μεγάλο αριθμό πτωμάτων. Το λύσαν και αυτό με την ανακάλυψη των φούρνων των κρεματορίων. Κάποιοι ισχυρίζονται ακόμα και σήμερα ότι η όλη ιστορία είναι ένα μύθος και ότι τίποτα από αυτά δε συνέβη στην πραγματικότητα. Η αλήθεια είναι ότι το Μπίρκεναου αποτελείτε κυρίως από στάχτες και ερείπια. Όμως είναι ερείπια και στάχτες ανθρώπων που πλήρωσαν με τη ζωή τους το θρησκευτικό και πολιτισμικό τους ανήκειν στο πιο μαρτυρικό απ’ όλα τα ολοκαυτώματα.